Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Αποσπάσματα απ' το βιβλίο: "ΤΟ ΚΑΛΟΦΤΙΑΓΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΙ" του ΕΝΤΓΚΑΡ ΜΟΡΕΝ

..Οι καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης έχουν εξ' άλλου το καθήκον να εκπαιδεύονται στον εφηβικό κόσμο και την κουλτούρα του. Υπάρχει πράγματι πάντα, κάτω από τη "συνεργασία", μια "μάχη στην τάξη" μεταξύ καθηγητών που έχουν την εξουσία και του μεγαλύτερου μέρους των μαθητών, οι οποίοι σχηματίζουν το
παράνομο underground τους και κάνουν τις μικρές τους παραβάσεις (αντιγραφή, σκονάκι, κ.τ.λ).....
...Τέλος το σώμα των καθηγητών δεν θα έπρεπε να κλείνεται στον εαυτό του σαν μια ακρόπολη πολιορκημένη από το ξέσπασμα της κουλτούρας των μίντια, που είναι εξωτερική του σχολείου και που αγνοείται ή αποδοκιμάζεται από τον πνευματικό κόσμο...
Σήμερα τα προβλήματα της παιδείας τείνουν να αναχθούν σε ποσοτικούς όρους: "περισσότερες πιστώσεις", "περισσότεροι δάσκαλοι και καθηγητές", "λιγότεροι ύλη", "λιγότερο διάβασμα". Όλα αυτά είναι σωστά. Χρειάζονται περισσότερες πιστώσεις και περισσότεροι διδάσκοντες... Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις ευελιξίας, ελάφρυνσης, εξοπλισμού, όλες όμως αυτές οι αλλαγές από μόνες τους δεν είναι παρά "μεταρρυθμισούλες" που κρύβουν ακόμα περισσότερο την ανάγκη μεταρρύθμισης της σκέψης...
Δεν μπορούμε να μεταρρυθμίσουμε την εκπαίδευση δίχως να μεταρρυθμίσουμε πρώτα τα πνεύματα, αλλά και δεν μπορούμε να μεταρρυθμίσουμε τα πνεύματα αν δεν μπορούμε να μεταρρυθμίσουμε πρώτα την εκπαίδευση.
Βρισκόμαστε σε μια λογική αδυναμία η οποία προκαλεί μια διπλή εμπλοκή. Υπάρχουν εντονότατες
αντιστάσεις σ' αυτήν τη μια και ταυτοχρόνως διπλή μεταρρύθμιση. Η τεράστια μηχανή της παιδείας είναι ανελαστική, ανθεκτική, σκληρή, γραφειοκρατική. Πολλοί διδάσκοντες έχουν βολευτεί στις συνήθειες στις κλαδικές τους εξουσίες. Είναι, όπως έλεγε ο Curien, σαν τους λύκους που ουρούν για να σημαδέψουν την περιοχή τους και δαγκώνουν όσους επιχειρούν να μπουν σ' αυτή. Υπάρχει μια αργόστροφη αντίσταση, ακόμα και καλλιεργημένα πνεύματα δεν μπορούν να δουν την πρόκληση...
... Πως λοιπόν να μεταρρυθμίσουμε το σχολείο αν δεν μεταρρυθμίσουμε την
κοινωνία, αλλά πως να μεταρρυθμίσουμε την κοινωνία αν δεν μεταρρυθμίσουμε το σχολείο;.
..
Η αποστολή
"Ποιος θα εκπαιδεύσει τους εκπαιδευτές;"
...Θα είναι μια μειοψηφία των εκπαιδευτικών, που θα εμψυχώνεται από την πίστη για την ανάγκη μεταρρύθμισης της σκέψης και αναμόρφωσης της εκπαίδευσης. Θα είναι εκπαιδευτές που θα έχουν συναίσθηση της αποστολής τους.
Ο Φρόυντ έλεγε ότι υπάρχουν τρεις εξ' ορισμού αδύνατες λειτουργίες: της εκπαίδευσης, της
διακυβέρνησης και της ψυχανάλυσης. Ακριβώς επειδή είναι κάτι περισσότερο από λειτουργίες ή επαγγέλματα.
Ο λειτουργικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης οδηγεί στην αναγωγή του διδάσκοντα σε υπάλληλο.
Ο επαγγελματικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης οδηγεί στην αναγωγή του διδάσκοντα σε ειδικό.
Η εκπαίδευση πρέπει να ξαναγίνει όχι μόνο μια λειτουργία, ειδίκευση, επάγγελμα, αλλά καθήκον δημόσιας ασφάλειας :μια αποστολή...

...Ας ανακεφαλαιώσουμε τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της εκπαιδευτικής αποστολής:
----να παράσχει μια κουλτούρα που να επιτρέπει να διακρίνουμε, να θέτουμε σε πλαίσιο, να σφαιρικοποιούμε, να επιπίπτουμε στα πολυδιάστατα, σφαιρικά και θεμελιώδη προβλήματα
---να προετοιμάζει τα πνεύματα για να απαντήσουν στις προκλήσεις που θέτει η ανθρώπινη γνώση και η αυξανόμενη πολυπλοκότητα των προβλημάτων
---να προετοιμάζει τα πνεύματα να αντιμετωπίσουν τις διαρκώς αυξανόμενες αβεβαιότητες, όχι μόνο δίνοντάς τους να ανακαλύψουν την αβέβαιη και τυχαία ιστορία του Σύμπαντος, της ζωής, της ανθρωπότητας, αλλά ευνοώντας επίσης σ' αυτά τη στρατηγική νοημοσύνη για ένα καλύτερο κόσμο
---να εκπαιδεύσει προς την κατεύθυνση της ανθρώπινης κατανόησης μεταξύ των ανθρώπων κοντινών και μη
---να διδάξει την ιδιότητα του πολίτη της γης, διδάσκοντας την ανθρώπινη φύση, τόσο μέσα στην ανθρωπολογική της ενότητα, όσο και μέσα στις ατομικές και πολιτισμικές ποικιλότητές της, καθώς επίσης και μέσα στην κοινότητα του πεπρωμένου της που χαρακτηρίζει την πλανητική εποχή, όπου όλοι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τα ίδια ζωτικά και "θανάσιμα" προβλήματα

Ο Λαθρεπιβάτης


Για τα Μαθηματικά

Την Τρίτη θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων, που αναμένεται να επικυρώσουν τις προβλέψεις για τεράστια ποσοστά «αποτυχίας» στα Μαθηματικά. Ας ξεκινήσουμε με το κερασάκι της τούρτας: τα θέματα των Μαθηματικών στις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις. Κατά τη γνώμη μας, είναι τα πιο «πετυχημένα» θέματα, που θα μπορούσαν να μπουν, γιατί αποτυπώνουν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τα αδιέξοδα και την παταγώδη αποτυχία ενός «τελειωμένου» εκπαιδευτικού συστήματος.
Τα αποτελέσματα που ανακοινώνονται, είναι απλοί αριθμοί. Η διαδικασία διόρθωσης των γραπτών ακτινογραφεί ποιοτικά την κατάσταση.
Όσοι λοιπόν διορθώσαμε γραπτά, διαπιστώσαμε και φέτος ότι:
  • Τουλάχιστον τα 2/3 των παιδιών της Τεχνολογικής Κατεύθυνσης τελειώνουν το σχολείο αδυνατώντας να ανταποκριθούν σε πράγματα, που θεωρούμε «απλά» και «στοιχειώδη» για έναν απόφοιτο Λυκείου. Μάλιστα, τα 2/3 πάλι αυτών των παιδιών δείχνουν αποξενωμένα από τη μαθηματική εκπαίδευση οποιασδήποτε σχολικής βαθμίδας.
Ο τραγέλαφος των θεμάτων συσκοτίζει τις αιτίες αυτής της κατάστασης. Η δυσκολία και η ακαταλληλότητά τους επηρεάζει μεν το ποσοστό των άριστων γραπτών, ελάχιστα όμως αλλάζει αυτή την εικόνα πλήρους αποξένωσης, που κάθε χρονιά διατηρείται αξιοσημείωτα σταθερή.
 Θα ήταν επίσης λάθος να αποδώσουμε αυτή την εικόνα στην «καθαυτή δυσκολία των Μαθηματικών ως μαθήματος». Η πλειοψηφία των παιδιών που αποτυγχάνουν στα Μαθηματικά, επιλέγουν την Τεχνολογική Κατεύθυνση αντί της Θεωρητικής, γιατί θεωρούν πιο πιθανό να γράψουν κάτι στα Μαθηματικά, παρά στα «μαθήματα Γλώσσας». Εδώ ακριβώς αποτυπώνεται με ιλαροτραγικό τρόπο η κατάρρευση του συστήματος:
Η Τεχνολογική Εκπαίδευση, η οποία θεωρητικά:
  • Έχει μεγαλύτερη ποικιλία και βεντάλια ενδιαφερόντων
  • Δίνει πιο συγκεκριμένες επαγγελματικές διεξόδους
  • Ανταποκρίνεται περισσότερο στα χαρακτηριστικά μιας γενιάς «δράσης», όπως η σημερινή
  • Αποτελεί επένδυση στο παραγωγικό μέλλον της χώρας,
στην πράξη συγκεντρώνει την πλειοψηφία των παιδιών χωρίς μορφωτικά ενδιαφέροντα, με χαμηλή αυτοεκτίμηση, που τα έχουμε κάνει να νοιώθουν αποτυχημένοι και παρίες του συστήματος. Τραγικό για εμάς τους δασκάλους, τραγικό γι’ αυτή τη χώρα και κυρίως: τραγικό για τα παιδιά μας.
  • Ας πάμε τώρα στο υπόλοιπο 1/3 των παιδιών της Τεχνολογικής Κατεύθυνσης και στο σχεδόν 1/2 της Θετικής, που έχουν από υποφερτή μέχρι άριστη επίδοση στα Μαθηματικά των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Τι έχουμε πετύχει με την «μαθηματική εκπαίδευση» αυτών των (σχετικά ή απόλυτα) «πετυχημένων» μαθητών;
Θα φωτίσουμε την κατάσταση με ένα απλό παράδειγμα από τις διορθώσεις των γραπτών.
Πώς θα χαρακτηρίζατε κάποιον, που στην ερώτηση «τι είναι γυναίκα» σας απαντούσε: «αυτό που μου μαγειρεύει» ή «αυτό με το οποίο κάνω σεξ»;
Περίπου το 1/5 των «πετυχημένων» μαθητών απαντά με αυτόν τον τρόπο στο φετινό θέμα Α3 Κατεύθυνσης, όταν του ζητείται να ορίσει μια στοιχειώδη όσο και θεμελιακή έννοια, όπως αυτή του «τοπικού ελάχιστου»: Τα παιδιά αγνοούν τι σημαίνει τοπικό ελάχιστο και σε τι χρειάζεται, ξέρουν όμως να το βρίσκουν. Το κάνουν στα τυφλά, ακόμα κι όταν δεν ζητείται (όπως στα θέματα Γ1 και Δ2), αρκεί να αναγνωρίζουν ένα μοτίβο δεδομένων. Και αυτή την τυφλή, «ενστικτώδη» λειτουργία την δίνουν ως ορισμό.
Από τα υπόλοιπα 4/5 των «πετυχημένων» μαθητών, οι μισοί σχεδόν αναπαράγουν τον ορισμό του βιβλίου παραλείποντας μια ουσιαστική λεπτομέρεια ή βάζοντας κάποιο άσχετο ή «ανάποδο» σύμβολο. Πράγμα αρκετό για να δείξει ότι τελικά τα 2/3 ακόμα και των παιδιών που «τα καταφέρνουν» στις εξετάσεις δεν γνωρίζουν την ουσία μιας βασικής έννοιας, την οποία τυφλά αλγοριθμικά επεξεργάζονται επιτυχώς, σαν προγραμματισμένες μηχανές. (Μια εκτίμηση, που επιβεβαιώνεται και από σχετική, πρόσφατη έρευνα στους πρωτοετείς του Μαθηματικού Τμήματος του ΕΚΠΑ.)
Τι υπογραμμίζει το παραπάνω παράδειγμα;
Ότι και εμείς οι εκπαιδευτικοί αναπαράγουμε στα τυφλά (όπως και τα παιδιά) σε διδακτικό επίπεδο ένα σύστημα που μάθαμε (γι’ αυτό άλλωστε «πετύχαμε») και που μας έχει διαμορφώσει.
Δεν συνηθίζουμε στις σχολικές αίθουσες να ζητάμε από το παιδί να κατασκευάσει έναν δικό του, ατελή έστω, ορισμό μιας μαθηματικής έννοιας, εντοπίζοντας και διατυπώνοντας τα ελάχιστα αναγκαία χαρακτηριστικά της. Ειδικά στη Β΄ και στη Γ΄ Λυκείου, δεν έχουμε την πολυτέλεια για κάτι τέτοιο: Πρέπει να βγάλουμε ύλη, να διδάξουμε τεχνικές για τις εξετάσεις.
Η δοκιμή, η έρευνα, η «ελευθερία» του λάθους και η πολύτιμη διαδικασία αναγνώρισης και υπέρβασής του, που προωθεί και βαθαίνει τα πεδία της σκέψης, γίνονται όλο και πιο σπάνια, όσο το παιδί ανεβαίνει βαθμίδες στην Ελληνική Εκπαίδευση. Χωρίς τη μαγική λέξη «γιατί», χωρίς το παιχνίδι της «ανακάλυψης», το ενδιαφέρον στεγνώνει, η πλειοψηφία των παιδιών οδηγείται εκτός συστήματος και τα λίγα που απομένουν «στο παιχνίδι» οδηγούνται σε μια ιδιότυπη πνευματική αποχαύνωση εκμάθησης και αναπαραγωγής ηλίθιων στην ουσία τους «τεχνικών» με μια και μοναδική αξία χρήσης: Τις εξετάσεις, μετά τις οποίες θα ξεχαστούν, αφήνοντας πίσω τους:
α) Την απέχθεια,
β) Μια ψευδή, στρεβλή και δυσφημιστική, αναπαραγόμενη από γενιά σε γενιά εικόνα για το τι είναι Μαθηματικά και γενικότερα για το τι σημαίνει γνώση και επιστημονική προσπάθεια.
Όπως βλέπουμε, δεν είναι καθόλου δύσκολο (γίνεται μάλιστα ολοένα και πιο τετριμμένο) να περιγράφει κανείς τι σημαίνει «μαθηματική εκπαίδευση» στην Ελλάδα: Είναι η κεφαλή του φιδιού ενός απαρχαιωμένου εκπαιδευτικού συστήματος, που τρώει τον εαυτό του και αναπαράγεται, συνθλίβοντας κάθε χρόνο δεκάδες χιλιάδες παιδιά. Ο στενός κορσές αυτού του συστήματος, έγινε ασφυκτικός με τις «μεταρρυθμίσεις» Αρβανιτόπουλου, καθώς απλώθηκε σε όλο το σώμα της Δημόσιας Παιδείας: Στο Λύκειο με την διαβόητη «τράπεζα θεμάτων» και στις χαμηλότερες βαθμίδες με την συρρίκνωση των σχολικών μονάδων και το ταυτόχρονο στήσιμο του παιχνιδιού των «προτύπων», που κατέβαζε τις Εισαγωγικές και την φροντιστηριακή βιομηχανία σε επίπεδο Δημοτικού.
Οι πρόσφατες αναγκαίες διορθωτικές κινήσεις του Υπουργείου Παιδείας επανέφεραν ανάσες ανακούφισης. Όμως οι οργανωμένες αντιδράσεις και κυρίως τα θέματα των Πανελλαδικών εξετάσεων απέδειξαν ότι τα αμαρτωλά κυκλώματα που καθορίζουν το περιεχόμενο και τις διαδικασίες και λυμαίνονται την Ελληνική Εκπαίδευση είναι εδώ και (ακόμα και από τα παρασκήνια) κάνουν κουμάντο, υπονομεύοντας οποιαδήποτε προσπάθεια ουσιαστικών αλλαγών. Το πώς θα μπει χέρι στα κυκλώματα αυτά, είναι θέμα πολιτικών επιλογών και αποφάσεων, για τις οποίες κάθε άλλο παρά αδιαφορούμε. Ο σκοπός όμως αυτού του κειμένου είναι να θέσουμε το πιο δύσκολο ερώτημα:
Τι σημαίνει «Μαθηματική Παιδεία» για μια σύγχρονη κοινωνία, με τα προβλήματα και τις ιδιομορφίες της χώρας μας; Ως πιο βαθμό είναι αναγκαία για όλους; Τι στόχους πρέπει να υπηρετεί; Με ποιο περιεχόμενο και ποιες μαθησιακές – παιδαγωγικές λειτουργίες;
Θα καταθέσουμε κάποιες σκέψεις, όχι ως απαντήσεις, αλλά ως συμβολή σε έναν διάλογο, που πρέπει να αναπτυχθεί οδηγώντας σε αναγκαίες παρεμβάσεις και αλλαγές.
Κατ’ αρχήν, καθώς τα Μαθηματικά εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα σε όλες τις πλευρές της ανθρώπινης σκέψης και δραστηριότητας, η Μαθηματική Παιδεία είναι βασικό συστατικό της κουλτούρας ενός σύγχρονου ανθρώπου. Τι σημαίνει όμως «Μαθηματική Παιδεία» για έναν έφηβο; Σίγουρα όχι αυτό με το οποίο είναι ταυτισμένη σήμερα: Δηλαδή αναπαραγωγή κάποιων συμβόλων (των οποίων συνήθως αγνοεί τη σημασία) ή απομνημόνευση κάποιων αλγορίθμων επίλυσης ασκήσεων. Αυτά θυμίζουν μάλλον εκπαιδευμένο πίθηκο, παρά μορφωμένο νέο.
Κατά τη γνώμη μας, βασική μαθηματική μόρφωση για έναν σύγχρονο νέο, που τελειώνει το Λύκειο είναι:
1. Να γνωρίζει βασικές συνδέσεις των Αριθμών με τις κατασκευές και ιδιαίτερα με τη Μέτρηση του περιβάλλοντος Χώρου: Αρχικά σε άμεσο και κατόπιν σε ένα πιο θεωρητικό επίπεδο, το οποίο αφενός έχει τρομερά αποτελεσματικές εφαρμογές και αφετέρου βαθμιαία αλλάζει τις ίδιες τις αντιλήψεις μας για τον Χώρο.
2. Να γνωρίζει βασικές έννοιες των Μαθηματικών και της Φυσικής στην αλληλοσύνδεσή τους.
3. Να μπορεί να μοντελοποιεί προβλήματα της καθημερινής ζωής, να σχεδιάζει λύσεις σε θεωρητικό επίπεδο.
4. Να αναγνωρίζει στα Μαθηματικά ένα «ιδανικό» μοντέλο λογικής θεμελίωσης ή αλλιώς: μια «τέλεια» γλώσσα.
5. Να έχει γευτεί την αισθητική αξία των Μαθηματικών: Την μαγεία και την ηδονή που προσφέρει η λύση μέσω της επαγωγικής λογικής, με το στοιχείο της «ανακάλυψης», της έμπνευσης που παρεμβαίνει στην ομαλή διαδοχή των συλλογισμών.
Τι από τα παραπάνω βιώνει ένα παιδί στο σημερινό σχολείο; Ελάχιστα. Όλα μάλιστα δολοφονούνται βίαια, όταν ξεκινά το Φροντιστήριο, που αποτελεί το «μοντέλο» της «μαθηματικής» εκπαίδευσης στην Ελλάδα για τα παιδιά, τους γονείς, αλλά και πολλούς από εμάς, που εκεί «μάθαμε τη δουλειά».
Πώς θα αλλάξει η κατάσταση;
Α. Πρέπει να αποδεσμευτεί η Μαθηματική Παιδεία και γενικότερα το σχολείο από τη διαδικασία εισαγωγής στην Α.Ε.. Φυσικά, ένα συγκεκριμένο επίπεδο μαθηματικών γνώσεων είναι προϋπόθεση για να σπουδάσει κανείς, αλλά αυτό πρέπει να χρησιμεύει ως κίνητρο και όχι να γίνεται αυτοσκοπός στο πλαίσιο μιας μονόπλευρης, παραμορφωτικής και εξοντωτικής προσπάθειας.
Β. Πρέπει να σπάσουν τα δεσμά του άτεγκτου «αναλυτικού προγράμματος», της «διδακτέας ύλης», που προσφέρεται ως χάπι προς κατάποση υπό μορφή «διδακτικών μονάδων». Πρέπει να νοήσουμε την Μαθηματική Παιδεία ως μια βεντάλια δραστηριοτήτων, που θα ξεκινά από το απλό παιχνίδι και θα φτάνει ως την ανάδειξη και αξιοποίηση του μαθηματικού ταλέντου. Αυτό προϋποθέτει ζώνες δραστηριοτήτων αντί για κλειστό ωρολόγιο πρόγραμμα. Εισαγωγή ως κεντρικού του στοιχείου της έρευνας αντί της παθητικής «εκμάθησης». Επίσης του στοιχείου της συλλογικότητας, ταυτόχρονα με τη δυνατότητα ανάδειξης της διαφορετικότητας των παιδιών με τρόπο που να αντιστοιχεί στις ιδιαιτερότητες της προσωπικότητάς τους και να ενισχύει τα ενδιαφέροντά τους (χωρίς, εννοείται, να τα γκετοποιεί).
Γ. Σημαντικά είναι τα στοιχεία της Διαθεματικότητας και της Ιστορικότητας, που πρέπει οργανικά να εισαχθούν. Για παράδειγμα, ένα ιστορικό ανέκδοτο όχι απλά είναι άπειρα πιο θελκτικό για την εισαγωγή μιας έννοιας (π.χ. του άρρητου αριθμού), αλλά φωτίζει το όλο πλαίσιο που νοηματοδοτεί την έννοια αυτή. Η ιστορία του Ίππασου ενέπνευσε πρόσφατα μια ομάδα μαθητών σε γειτονιά της Αθήνας να ερευνήσουν πρωτόβουλα και να γράψουν ένα θεατρικό έργο επτά πράξεων σχετικό με την εξέλιξη των αριθμών από τους Πυθαγόρειους μέχρι την εποχή των computers. Σε ένα άλλο επίπεδο, η γνώση των διδασκόντων σχετικά με τα ιστορικά στάδια, τα λάθη, τις δυσκολίες της εξέλιξης των εννοιών είναι απαραίτητη για την κατανόηση των αιτίων για τα λάθη και τις δυσκολίες των μαθητών και την παροχή αποτελεσματικής  βοήθειας σε αυτούς. Αυτό προκύπτει από την επιστημονική έρευνα στο πεδίο της Διδακτικής των Μαθηματικών στο σύγχρονο κόσμο.
Είναι φανερό, ότι τα παραπάνω δεν μπορούν να υλοποιηθούν σε ένα σχολείο σαν το σημερινό.
- Χρειάζονται βαθιές και ουσιαστικές αλλαγές στη δομή της Δημόσιας Παιδείας. Αυτό απαιτεί ικανό χρονικό ορίζοντα και προσεκτικές κινήσεις, όχι λόγω των κυκλωμάτων που θα θιγούν (εκεί πρέπει να υπάρξει αποφασιστικότητα), αλλά λόγω του ότι ως δάσκαλοι και ως γονείς, ως κοινωνία, είμαστε διαποτισμένοι από την λογική του υπάρχοντος συστήματος, που δεν αποβάλλεται από τη μια μέρα στην άλλη. Χρειάζεται καθαρή στόχευση, που να γίνεται ορατή από την κοινωνία μέσα από διάλογο, αλλά και μέσα από εμπειρίες άμεσων εύστοχων αλλαγών. Αναγκαίο είναι το στοιχείο του ευέλικτου πειραματισμού. Πειραματικά σχολεία στις γειτονιές, σε σύνδεση με την ερευνητική δραστηριότητα των Πανεπιστημίων και την τοπική κοινωνία ως κέντρα ευρύτερης μορφωτικής και πολιτισμικής δραστηριότητας.
- Αφετηριακό στοιχείο, σημείο εκκίνησης, δεν μπορεί παρά να είναι η επιμόρφωση (επανεκπαίδευση θα λέγαμε) του υπάρχοντος διδακτικού δυναμικού στο σύνολό του. Όχι μόνο (και όχι τόσο) σε χρήση σύγχρονων τεχνολογιών, αλλά σε τομείς όπως γνωστική ψυχολογία, σύγχρονη εξέλιξη των παιδαγωγικών αντιλήψεων, μαθησιακές δυσκολίες, ιστορία και φιλοσοφία των επιστημών. Ταυτόχρονα, πρέπει να αρχίσουν να μπαίνουν οι βάσεις για τη συγκρότηση μιας νέας γενιάς σύγχρονων παιδαγωγών από επιλογή και όχι (μόνο) από ανάγκη.
- Με τη διεύρυνση των προγραμμάτων και των ζωνών λειτουργίας των σχολείων, πρέπει να ανοίξει η πόρτα της Δημόσιας Παιδείας και στους εργαζόμενους της φροντιστηριακής εκπαίδευσης, μισθωτούς και βιοπαλαιστές, που εργάζονται σε συνθήκες πλήρους ανασφάλειας, αβεβαιότητας και σύγχρονης μισθωτής δουλείας. Από ένα μεγάλο σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα μπορούμε να αντλήσουμε λύσεις.
Είναι αυτονόητο, ότι τα όσα συζητάμε συναρτώνται άμεσα με την συνολική πολιτική και οικονομική κατάσταση στη χώρα μας, με τη δυνατότητα ή μη γενικότερων αλλαγών. Όμως η αυτονομία του θέματος της Παιδείας έχει γίνει αυτούς τους μήνες της νέας διακυβέρνησης προφανής και μπορεί να συμπαρασύρει (όπως και πολλές φορές στο παρελθόν) την κοινωνία σε ρήξεις και αλλαγές, ελπίζουμε (όπως έχει γίνει τουλάχιστον όλες τις φορές μέχρι τώρα) προς το καλύτερο. Η αλήθεια είναι ότι οι υπάρχοντες συνδικαλιστικοί μηχανισμοί, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν και να στηρίξουν ένα κύμα τέτοιων αλλαγών φαίνονται μάλλον γερασμένοι και εγκλωβισμένοι από τη μεριά τους σε αυτό που υπάρχει και μας καταδυναστεύει. Έτσι, πηγή και στήριγμα των όποιων αλλαγών μπορεί να είναι η νέα γενιά, οι μάχιμοι δάσκαλοι, η κοινωνία που αντιστέκεται και ελπίζει.
Όποιο και αν είναι το μέλλον που μας επιφυλάσσεται, πρέπει τώρα να δημιουργήσουμε δεδομένα, που θα καταγραφούν με θετικό τρόπο στην συλλογική, ιστορική συνείδηση.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΣΧΟΣ, Καθηγητής Μαθηματικών, Δρ Διδακτικής Μαθηματικών ΕΚΠΑ
ΠΕΛΤΙΑΝ ΡΟΒΕΡΤΟΣ, Καθηγητής Μαθηματικών (12ο ΓΕΛ Αθήνας)
ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ, Καθηγητής Μαθηματικών (12ο ΓΕΛ Αθήνας)
ΧΙΩΤΕΛΗΣ ΝΙΚΟΣ, Καθηγητής Μαθηματικών (1ο Πειραματικό Λύκειο Αθήνας), Δρ ΕΚΠΑ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑ-ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑ-ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

«Εμείς, οι υπογραφόμενες Ακαδημίες των Επιστημών, μαθαίνουμε ότι σε διάφορες περιοχές του κόσμου, στα μαθήματα θετικών επιστημών συγκεκρι­μένων δημοσίων εκπαιδευτικών συστημάτων, οι επιστημονικές αποδείξεις, τα δεδομένα και οι ελέγξιμες πειραματικώς θεωρίες, για την προέλευση και την Εξέλιξη της ζωής στον πλανήτη, αποσιωπούνται, απορρίπτονται ή συγ­χέονται με μη επιστημονικά ελέγξιμες υποθέσεις. Κάνουμε έκκληση σε όσους επηρεάζουν την κοινή γνώμη, τους εκπαιδευτι­κούς και τους γονείς, να διδάσκονται όλα τα παιδιά τις μεθόδους και τις ανακαλύψεις των επιστημών και να ενθαρρύνονται στην κατανόηση της επι­στήμης της φύσης. Η γνώση του φυσικού κόσμου στον οποίο ζούμε παρέχει στην ανθρωπότητα τη δυνατότητα να ικανοποιεί τις ανάγκες της και να προ­στατεύει τον πλανήτη. Συμφωνούμε ότι τα ακόλουθα δεδομένα που στηρί­ζονται σε αποδείξεις για την προέλευση και την εξέλιξη, της Γης και της ζω­ής σε αυτόν τον πλανήτη αντιστοίχως, έχουν επιβεβαιωθεί από πολυάριθμες παρατηρήσεις και πειραματικά συμπεράσματα τα οποία έχουν προκύψει ανεξάρτητα, από μια πληθώρα διαφορετικών επιστημονικών κλάδων. Ακόμη και αν υπάρχουν πολλά ανοικτά ερωτήματα για τις ακριβείς λεπτομέρειες της εξελικτικής μεταβολής, οι επιστημονικές μαρτυρίες ποτέ δεν αμφισβήτησαν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
1. Σε ένα σύμπαν το οποίο εξελίχτηκε στη σημερινή μορφή του, για πε­ρίπου 11 με 15 δισεκατομμύρια χρόνια, η Γη μορφοποιήθηκε πριν από 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια.
2. Από τη μορφοποίηση της η Γη —η γεωλογία της και τα περιβάλλοντα της— μεταβλήθηκε κάτω από την επίδραση πολυάριθμων φυσικών και χημικών δυνάμεων και συνεχίζει να μεταβάλλεται ακόμη.
3. Η ζωή εμφανίστηκε στη Γη πριν από 2,5 δισεκατομμύρια χρόνια. Αμέ­σως μετά, η εξέλιξη των φωτοσυνθετικών οργανισμών κατέστησε δυνα­τή, πριν από 2 δισεκατομμύρια χρόνια τουλάχιστον, την αργή μετατροπή της ατμόσφαιρας σε μια ατμόσφαιρα που περιείχε σημαντικές ποσότη­τες οξυγόνου. Η διαδικασία της φωτοσύνθεσης, εκτός από την απελευ­θέρωση του οξυγόνου που αναπνέουμε, αποτελεί την ύστατη πηγή δε­σμευμένης ενέργειας και τροφής, από τις οποίες εξαρτάται η ζωή του ανθρώπου στον πλανήτη.
4. Η ζωή, αμέσως μετά την εμφάνιση της στον πλανήτη, έλαβε διάφορες μορφές που όλες εξελίσσονται με διαδικασίες που η παλαιοντολογία και οι σύγχρονες βιολογικές και βιοχημικές επιστήμες έχουν περιγράψει και επιβεβαιώσει ανεξάρτητα η μία από την άλλη, με ολοένα αυξανόμενη ακρίβεια. Η κοινότητα της δομής του γενετικού κώδικα σε όλους τους οργανισμούς που ζουν σήμερα, συμπεριλαμβανομένου και του ανθρώ­που, υποδηλώνει ξεκάθαρα την κοινή αρχέγονη προέλευση τους. Επίσης δηλώνουμε στην ακόλουθη διακήρυξη, αναφορικά με τη φύση της επιστήμης σε σχέση με τη διδασκαλία της εξέλιξης και ευρύτερα με τη διδασκαλία οποιουδήποτε πεδίου της επιστημονικής γνώσης, ότι:
Η επιστημονική γνώση προέρχεται από μια μέθοδο έρευνας της φύσης του σύμπαντος που έχει αποδειχθεί επιτυχής και χαρακτηρίζεται από μεγάλη συνέπεια. Η επιστήμη εστιάζει (1) στην παρατήρηση του φυσι­κού κόσμου και (2) στη διατύπωση ελέγξιμων και αναιρέσιμων υποθέσε­ων από τις οποίες προκύπτουν βαθύτερες ερμηνείες των παρατηρήσιμων φαινομένων. Όταν τα δεδομένα είναι ακαταμάχητα, διατυπώνονται επιστημονικές θεωρίες που τα ερμηνεύουν και τα εξηγούν, ενώ επίσης προβλέπουν τις πιθανές δομές και τις διαδικασίες φαινομένων που ακό­μη δεν έχουν παρατηρηθεί. Η ανθρώπινη κατανόηση των εννοιών της αξίας και του σκοπού της ζωής είναι εκτός του πεδίου των επιστημών της φύσης και της ζωής. Ωστόσο ένας αριθμός από επιμέρους τομείς -επιστημονικός, κοινωνικός, φιλοσοφικός, θρησκευτικός, πολιτισμικός και πολιτικός— συνεισφέρουν σ' αυτήν. Αυτά τα διαφορετικά πεδία οφεί­λουν το ένα στο άλλο αμοιβαίο σεβασμό, έχοντας το καθένα επίγνωση της περιοχής δράσης του και των περιορισμών του. Η επιστήμη, αν και γνωρίζει τους τρέχοντες περιορισμούς της, είναι επι­δεκτική τροποποιήσεων και υπόκειται σε διορθώσεις και επεκτάσεις, όταν εμφανίζονται νέα θεωρητικά και πειραματικά δεδομένα».

Υπογράφουν η Ακαδημία Αθηνών και άλλες 67 Εθνικές Ακαδημίες Επιστημών στις 21-06-2006